- εξελικτισμός
- ο1. βιολ. θεωρία που επεξηγεί την εξέλιξη τών ειδών στη διάρκεια τών αιώνων2. ανθρωπολογική και κοινωνική θεωρία κατά την οποία όλοι οι πολιτισμοί είναι αποτέλεσμα μιας συνεχούς διαδικασίας εξέλιξης.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση ξέν. όρου (πρβλ. γαλλ. evolutionnisme)].
Dictionary of Greek. 2013.